Οι πληροφορίες σχετικά με την καλή πρακτική απευθύνονται σε όσους δραστηριοποιούνται στη μείωση του κινδύνου τραυματισμού και των προβλημάτων υγείας στους χώρους εργασίας. Για να αφορούν στην καλή πρακτική, οι πληροφορίες θα πρέπει:

  • Να δίνουν τη δυνατότητα σε όσους τις χρησιμοποιούν να ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις των σχετικών νομικών πλαισίων, συμπεριλαμβανομένων των ευρωπαϊκών οδηγιών, των εθνικών νόμων, κανονισμών, κατευθυντήριων γραμμών και εγκεκριμένων προτύπων.
  • Να ασχολούνται με ένα πρόβλημα το οποίο έχουν διαπιστώσει οι αρχές ή άλλοι εμπειρογνώμονες στον τομέα της ασφάλειας και της υγείας στην εργασία.
  • Να υποδεικνύουν μέτρα και μεθόδους τα οποία να μπορούν να εφαρμοστούν σε επίπεδο επιχείρησης, για τη βελτίωση των συνθηκών εργασίας/διαβίωσης. Ή να υποδεικνύουν μέτρα και μεθόδους που έχουν ήδη εφαρμοστεί σε μία επιχείρηση ή έναν  οργανισμό και οι οποίες να μπορούν να εφαρμοστούν σε άλλες επιχειρήσεις ή οργανισμούς, με σκοπό τη βελτίωση των συνθηκών εργασίας/διαβίωσης και τη μείωση των κινδύνων για την ασφάλεια και την υγεία των εργαζομένων.
  • Να είναι αποτελεσματικές και δεοντολογικά αποδεκτές.
    Να προτείνουν μία ενέργεια η οποία να μπορεί να αναγνωρίζεται και να επαληθεύεται ως αιτία μείωσης του κινδύνου.
  • Να είναι σύγχρονες δηλ. να αναφέρονται σε υφιστάμενες πρακτικές εργασίας, σε εθνικό ή ευρωπαϊκό επίπεδο.

Η εφαρμογή των πληροφοριών καλής πρακτικής στους χώρους εργασίας θα πρέπει να οδηγεί σε:

  • Μείωση όλων των πιθανοτήτων για πρόκληση βλαβών σε εργαζομένους ή άλλα άτομα που έχουν σχέση με την επιχείρηση, οι οποίες προέρχονται από διαπιστωμένη αιτία πρόκλησης βλαβών.
  • Βελτίωση των συνθηκών εργασίας/διαβίωσης και αποτελεσματική προώθηση της υγείας, της ασφάλειας και της αποδοτικότητας.
  • Μόνιμη και αναγνωρίσιμη μείωση του κινδύνου.

Πριν από την εφαρμογή των πληροφοριών για την καλή πρακτική, θα πρέπει να γίνεται εκτίμηση των πηγών κινδύνων και των κινδύνων που παρουσιάζονται στους χώρους εργασίας και να εξετάζεται η σχετική εθνική νομοθεσία.

Η εκτίμηση κινδύνου αποτελεί μία προσεκτική εξέταση του τι θα μπορούσε να προκαλέσει βλάβη σε ανθρώπους, ώστε να μπορεί ο εκάστοτε υπεύθυνος  να αποφασίσει εάν έχουν ληφθεί επαρκείς προφυλάξεις ή χρειάζεται να ληφθούν πρόσθετα μέτρα για την αποτροπή της πρόκλησης βλαβών. Βασικός στόχος είναι να διασφαλιστεί ότι κανείς δεν πρόκειται να τραυματιστεί ή να αρρωστήσει.

Εάν πριν από την εφαρμογή των πληροφοριών καλής πρακτικής δεν πραγματοποιηθεί εκτίμηση κινδύνου, είναι πιθανό όχι μόνο να μην είναι δυνατός ο έλεγχος των κινδύνων αλλά και να υπάρξει σπατάλη πόρων λόγω κακής χρήσης τους.

Σχετικοί σύνδεσμοι